αυτοσυνείδητος

αυτοσυνείδητος
-ο
αυτός που έχει επίγνωση του εαυτού του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αυτο- + συνειδητός. Η λ. μαρτυρείται από το 1864 στον Ευστάθιο Γ. Σταθάκη.].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • αυτοσυνειδησία — Φιλοσοφικός όρος που σημαίνει την ικανότητα του ανθρώπου να γνωρίζει τον εαυτό του. Κατά τη νηπιακή ηλικία, όταν ο άνθρωπος αρχίζει να παρατηρεί συνειδητά τον γύρω κόσμο, έχει μια κάποια συναίσθηση του εαυτού του καθώς αντιλαμβάνεται, με την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”